Οι άνθρωποι που έχουν δυσανεξία στη γλουτένη γνωρίζουν καλά πως οι παρενέργειες της κατανάλωσής της μπορεί να είναι σοβαρές και περιλαμβάνουν φούσκωμα, ναυτία, εμετούς και διάρροια. Υπάρχουν όμως πολλοί που αποφασίζουν να κάνουν αποχή από τη γλουτένη και να καταναλώνουν τρόφιμα που δεν την περιέχουν όχι για να εξαφανίσουν κάποια ενοχλητικά συμπτώματα αλλά για να χάσουν βάρος. Σ’ αυτή την περίπτωση θα πρέπει να λάβουν υπόψη κάποιους λόγους για τους οποίους είναι πιθανό αυτή η απόφαση να μη φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
1.Περιέχει λιγότερες φυτικές ίνες
Το μεγάλο μειονέκτημα που έχουν οι τροφές που χαρακτηρίζονται ως «ελεύθερες γλουτένης» είναι ότι έχουν μικρότερη περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες. Ο λόγος είναι ότι για παράδειγμα το αλεύρι ολικής άλεσης αντικαθίσταται από κάποιο άλλο, όπως πατάτας ή ρυζιού που ναι μεν δεν έχει γλουτένη αλλά δεν έχει και τις πολύτιμες φυτικές ίνες, αφού αυτές, όπως και οι βιταμίνες του συμπλέγματος Β, χάνονται κατά την επεξεργασία του τροφίμου.
Το αποτέλεσμα είναι ότι αυτές οι τροφές μπορεί να προκαλέσουν δυσκοιλιότητα, ενώ είναι πιο πιθανό κάποιος να τις καταναλώσει σε μεγάλες ποσότητες καθώς δεν προκαλούν αίσθημα κορεσμού.
Για να αντιμετωπίσεις αυτό το πρόβλημα προτίμησε προϊόντα που δεν έχουν γλουτένη αλλά είναι πλούσια σε φυτικές ίνες, όπως αυτά που περιέχουν βρώμη ολικής άλεσης, φαγόπυρο και κινόα.
2.Είναι πιο πλούσια σε λιπαρά και σάκχαρα
Για να είναι τα προϊόντα χωρίς γλουτένη εξίσου νόστιμα με όσα την περιέχουν, οι κατασκευαστές συχνά προσθέτουν ζάχαρη ή λιπαρά, αυξάνοντας τις θερμίδες τους. Εάν διαβάσεις τις ετικέτες στις συσκευασίες θα διαπιστώσεις ότι πολλά από αυτά τα τρόφιμα έχουν περισσότερες θερμίδες από τα αντίστοιχα με γλουτένη.
Ένα άλλο μειονέκτημα είναι ότι πολλές φορές για να παραχθεί ένα τρόφιμο χωρίς γλουτένη χρειάζεται μεγαλύτερη επεξεργασία και περισσότερα πρόσθετα. Αυτό ισχύει κυρίως για τα αρτοσκευάσματα, όπως τα κέικ, τα μπισκότα, τα γλυκά κ.λ.π.