Η σκηνοθέτις Έλλη Παπακωνσταντίνου αυτή την περίοδο παρουσιάζει σε διάφορες σκηνές της Ευρώπης μια queer εκδοχή του έργου του Ευριπίδη, Βάκχες και μιλά στο ELLE για τη θέση της γυναίκας στον δημόσιο καλλιτεχνικό διάλογο, την εδαφικοποίηση του γυναικείου σώματος, και το queer ως έναν διαφορετικό τρόπο κατανόησης του κόσμου και μια ροή που διατρέχει τη ζωή σε όλες της τις εκφάνσεις.
«Το γυναικείο βίωμα είναι η εξαίρεση στο πατριαρχικό σύστημα. Κάθε θηλυκότητα είναι η εξαίρεση και μαζί με αυτές τα ζώα κι η φύση. Το γυναικείο σώμα εδαφικοποιείται, ελέγχεται, καθυποτάσσεται. Υπ’ αυτή την έννοια, ναι, μπορεί -ως μια εξαίρεση- να συνδεθεί και να παραμείνει ισχυρό μέσα στην queer αφήγηση και ως συσχετισμός με όλες τις επιμέρους κατονομασμένες πατριαρχικές «εξαιρέσεις», καθώς είναι και το πρώτο «τέρας» της ιστορίας (πολύ πριν από τον Φρανκεστάιν) μέσα από τις μορφές της Αγαύης, της Μήδειας, της Αντιγόνης.
Παραμένει δύσκολο για μια γυναίκα δημιουργό να “πρωταγωνιστεί” και να παραμένει ισχυρή ως παρουσία στον δημόσιο καλλιτεχνικό διάλογο. Εγώ προσωπικά, πρέπει να καταβάλω διπλάσια προσπάθεια για να αποδεικνύω ότι δεν είμαι ένα «κοριτσάκι», δεν είμαι χαοτική και μπορούν να με πάρουν στα σοβαρά. Δουλεύω πάρα πολύ. Προετοίμαζα τις Βάκχες δύο χρόνια πριν μπω σε πρόβα. Προσωπικά, επειδή νιώθω και ως κορίτσι, τα τελευταία χρόνια έχω αφήσει τις πανοπλίες μου κάτω και δεν με νοιάζει. Αυτό με απελευθέρωσε πολύ και με βοήθησε να βρω το καλλιτεχνικό μου στίγμα. Παλιά είχα έρθει σε ρήξη με το περιβάλλον μου για τη σεξουαλικότητά μου, λες και το σώμα μου τους ανήκε. Νομίζω, πολλές γυναίκες που τολμούν να εκφράσουν ελεύθερα τη σεξουαλικότητά τους -και επίσης να τη ζήσουν-, γίνονται ακόμα αποδέκτες κοινωνικού αποκλεισμού και στοχοποιούνται. Αλλά τώρα πια ξέρουμε τι συμβαίνει. Ξέρω ότι είμαι αποκλεισμένη από κάποιους δημόσιους οργανισμούς γιατί το έργο μου δεν τους κάνει. Ο καλλιτεχνικός χώρος είναι πολύ συντηρητικός κι ας έχει ο περισσότερος κόσμος την αντίθετη άποψη. Η αντιπροσώπευση είναι μεγάλο ζητούμενο και πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε γι’ αυτό.
Αν μιλήσω προσωπικά, θα πω ότι σηκώνω το βάρος του φύλου μου, αλλά όχι, δεν το κάνω αυτό με αίσθημα βάρους ή ευθύνης, όσο με ανακούφιση που, επί τέλους, μιλάω ελεύθερα γι’ αυτό και με έντονο αίσθημα αλληλεγγύης για όλες τις θηλυκότητες που αγωνίζονται σε όλο τον κόσμο. Είμαι πραγματικά ευγνώμων για τον αγώνα που δίνουν τόσες θηλυκότητες και με πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες από τις δικές μου! Χωρίς εκείνες δεν θα ήμουν εδώ!
Το έμφυλο στερεότυπο αναπαράγεται ακόμη και από γυναίκες δημιουργούς. Είναι γυναίκες δημιουργοί που αντλούν τη δύναμή τους και «πολιτογραφούνται» ως θυγατέρες, σύζυγοι κ.λπ. κάποιων δυνατών αντρών. Με ενοχλεί που το σύστημα τις ενσωματώνει με αυτό ως κύρια ιδιότητά τους και όχι με βάση τα μοναδικά χαρίσματά τους. Δηλαδή τις φακελώνει και τις ανέχεται ως ετεροπροσδιορισμένες οντότητες ή, αντίθετα, τις σεξουαλικοποιεί και τις εκθέτει. Και στις δύο περιπτώσεις, διαβάζω το αντρικό βλέμμα.
Ως γυναίκα δεν είναι πιο δύσκολο να συνδιαλλαγώ με αντιφασιστικούς και αντιεξουσιαστικούς. Έχω μεγάλη εξοικείωση με το ζήτημα, μιας και από όταν μπήκα στην εφηβεία έπρεπε να παλέψω με όρους αντιεξουσιαστικούς και αντιφασιστικούς για να επιβιώσω. Ήταν και ο λόγος που άρχισα να διαβάζω πολλά πολιτικά βιβλία, ψάχνοντας επιχειρήματα και έννοιες που θα με βοηθούσαν να κατανοήσω και να αυτοπροσδιοριστώ.
Ζω μέσα σε έναν έμφυλο και ταξικό πατριαρχικό κόσμο. Μέσα από τις δουλειές μου, ανακαλύπτω στους αρχαίους μύθους τις απαρχές της πατριαρχικής σκέψης. Ο τρόπος που σκεφτόμαστε σήμερα δεν διαφέρει ριζικά. Είναι ακόμα διυκός (άντρας-γυναίκα, φύση-πολιτισμός, Οιδίπους-μητέρα) και αντίστοιχα ιεραρχικός. Το έμφυλο στερεότυπο, καταρχάς, αφορά την αναπαραγωγή του δυικού φύλου: γυναίκα-άντρας. CIS. Τέλος. Είναι τρομακτικό, αλλά δεν υπάρχει αντιπροσωπευτικότητα. Ο συγκεκριμένος μύθος μού δίνει έναν χρονικό ορίζοντα, μια απόσταση για να δημιουργήσω έργα ανοιχτά που προσπαθούν να ανατρέψουν αυτό το σύστημα. Κάθε παράσταση είναι για μένα ένα νέο σύστημα. Ένα σύστημα σκέψης. Τα κλασικά έργα, στην εποχή τους επέσυραν έντονες δημόσιες αντιδράσεις, ήταν κοφτερά και προβοκατόρικα, άνοιγαν πόρτες στο ασύνειδο. Για να συμβεί αυτό σήμερα, πρέπει να πάω στον πυρήνα τους και να τον αποκαλύψω, και με έναν τρόπο αυτό προσπαθώ να κάνω γράφοντας τις δικές μου εκδοχές χωρίς να φοβάμαι ότι θα προκαλέσω.
Η queer αφήγηση αφορά όλες τις θηλυκότητες. Τις εναγκαλίζεται όλες, τα τραύματά τους. Τα έμφυλα μαρτυρολόγια, οι εδαφικοποίησεις, οι μεταβάσεις, οι κατασκευές. Αφορά τα σύνορα και τη μετάβαση από τη σκληρή δυική έμφυλη ταυτότητα στην ανοιχτή θηλυκότητα. Για μένα το queer σχετίζεται με έναν διαφορετικό τρόπο κατανόησης του κόσμου και του εαυτού και όχι μόνο κατανάγκην της έμφυλης ταυτότητας, αλλά και της αισθητικής, της πολιτικής, ακόμη και της ίδιας της γλώσσας. Υπάρχει στις Βάκχες μια κίνηση πέρα και πάνω από τα ζητήματα οικονομίας και πολιτικής, μια κίνηση προς τα ζώα, προς τα πράγματα, προς τη φύση. Ο Διόνυσος είναι η κατεξοχήν queer θεότητα, με την έννοια ότι δεν περιγράφεται παρά μόνο ως διαρκής ροή, δραπετεύει του σχήματος, βρίσκεται μέσα στην ίδια την ύλη του κόσμου σε ένα διαρκές becoming και συγκινεί όλα τα πρόσωπα του έργου σε αυτή την ένωση με τη ροή».
Κεντρική φωτογραφία: Alex Kat