Όλα τα χαρακτηριστικά των κατασκευασμένων-σύμφωνα-με-εγχειρίδιο-χρήσεων ταινιών που βασίζονται σε πόνημα του βασιλιά του νεο-μελό Νίκολας Σπαρκς («The Notebook», «Dear John», «A Walk to Remember») είναι φυσικά και στην «Πρώτη Αγάπη»: μία γραφική μικρή πόλη που μοιάζει βγαλμένη από τουριστικό διαφημιστικό, ένας απαγορευμένος έρωτας που ανθίζει ανάμεσα σε απίθανα εμφανίσιμους «απλούς» ανθρώπους συνήθως σε υπερβολικά κινηματογραφικές τοποθεσίες το ηλιοβασίλεμα, μία δακρύβρεχτη ανατροπή και ένα φινάλε γεμάτο Βαρύγδουπα Μαθήματα Ζωής.
Εκεί, όμως, που το πρώτο δείγμα της νοοτροπίας του Σπαρκς, «The Notebook» σώθηκε από την σχετική φρεσκάδα της βασικής συνταγής (δεν είχαμε ακόμη βομβαρδιστεί αλύπητα με τις καλογυαλισμένες ανυπόφορες ανοησίες που ενέπνευσε) και την γλυκιά χημεία των πρωταγωνιστών του, η «Πρώτη Αγάπη» τεμπέλικα επιχειρεί να συλλάβει την ίδια δυναμική, με την σαπουνοπερική αφήγηση και τον εκβιαστικό συναισθηματισμό να χτυπούν κόκκινο.
Στην προκειμένη περίπτωση, η ίδια ακριβώς ιδέα (πλουσιοκόριτσο ερωτεύεται συνομήλικο από κακόφημη οικογένεια αλλά τα όνειρά τους διακόπτονται απότομα από την πραγματικότητα της ζωής) ξεφτιλίζεται σε τέτοιο βαθμό από τις απιθανότητες που ακολουθούν και τις ευκολίες που υπαγορεύουν οι φαντασιώσεις του Σπαρκς, που εξανεμίζει ό,τι καλή θέληση μπορούν να δημιουργήσουν τα συμπαθέστατα ζευγάρια ηθοποιών, που υποδύονται τους εραστές το χρυσό καλοκαίρι του έρωτά τους και 20 χρόνια αργότερα, όταν συναντώνται και πάλι.
Υπάρχει κάτι το ηρωικό στις προσπάθειες της υποτιμημένης Μισέλ Μόναχαν και του συνήθως αξιόπιστου Τζέιμς Μάρστεν να διασωθούν από το βαρύ μελόδραμα με άθικτη την επαγγελματική τους αξιοπρέπεια. Το ότι το κάνουν με σχετική επιτυχία είναι, τελικά, ανούσιο – ο μόνος που μπορεί να διασωθεί πραγματικά για να γράψει άλλη μια μέρα δεν είναι παρά ο Σπαρκς.