Άννα Γαλανού: Η αγαπημένη συγγραφέας μάς μιλάει για τη νέα της συγκλονιστική διλογία

Αν ψάχνεις ακόμα για τα βιβλία που θα σε συνοδεύσουν στις διακοπές, τότε το «Το τίμημα της αλήθειας» θα σε ενθουσιάσει!

Σύρμα Κιουπελόγλου 13 Ιουλ. 22
Άννα Γαλανού: Η αγαπημένη συγγραφέας μάς μιλάει για τη νέα της συγκλονιστική διλογία

Για το «Το τίμημα της αλήθειας» έχουμε ξαναμιλήσει. Κι αυτό γιατί από τη στιγμή που θα διαβάσεις αυτή τη διλογία, τα έντονα συναισθήματα και οι σκέψεις που σου προκαλεί δεν φεύγουν από το μυαλό σου. Κι αυτός ήταν και ο σκοπός της Άννας Γαλανού, που ήθελε να γράψει μία ανθρώπινη ιστορία με αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα, που θα περάσει μηνύματα στον αναγνώστη και δεν θα χαθεί στη λήθη μίας βιβλιοθηκής.

Η ίδια γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Κρήτη και γράφει από νεαρή ηλικία. Έχει καταπιαστεί με τα περισσότερα είδη του πεζού και έμμετρου λόγου: μυθιστοριογραφία, διηγήματα, ποίηση, παιδική λογοτεχνία, παραμύθια, στίχους, θεατρικά και δοκίμια και έχει τιμηθεί με πολλά πανελλήνια βραβεία και διακρίσεις. Στην κουβέντα μαζί της, το καταλαβαίνεις αμέσως. Είναι γεννημένη συγγραφέας, καθώς οι λέξεις μόνο έτσι ξέρουν να κυλούν από μέσα της.

Γαλανού

Διάβασε παρακάτω όσα είπαμε για το «Το τίμημα της αλήθειας» και τον τρόπο που γράφει τα βιβλία της και μη ξεχάσεις να πάρεις μαζί σου στις διακοπές τη συγκλονιστική της διλογία! Θα τη βρεις να κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Το «Το τίμημα της αλήθειας» είναι μια ανθρώπινη, ερωτική και ψυχολογική ιστορία. Τι σας οδήγησε να γράψετε αυτή τη δυνατή διλογία;

Ήταν καθαρά θέμα έμπνευσης. Τίποτα δεν ήταν προσχεδιασμένο κι αυτό είναι το σημαντικό, παρότι δεν ήταν η πρώτη φορά που μου έχει συμβεί κάτι ανάλογο.

Ήταν αρχές Μαρτίου του 2021, όταν ξύπνησα μες στη νύχτα ανήσυχη και αναστατωμένη. Σηκώθηκα, πήγα στο γραφείο μου, πήρα το μπλοκ και άρχισα να γράφω. Η ιστορία κυλούσε αβίαστα από μέσα μου και γινόταν λέξεις, προτάσεις, παράγραφοι… Έμοιαζε λες και το χέρι μου έγραφε από μόνο του. Είχε χαράξει πια, όταν άφησα κάτω το μολύβι και μόνο τότε συνειδητοποίησα πως είχα γράψει, και μάλιστα με λεπτομέρειες, τη δομή της διλογίας. Μόλις τη διάβασα, ειλικρινά συγκινήθηκα από την ορμή του κειμένου και τη συνοχή της ιστορίας. Πολλά γεγονότα, έντονοι χαρακτήρες, απρόσμενες εξελίξεις και αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα. Μια ανθρωπογεωγραφία εποχής.

Την ίδια κιόλας μέρα πήρα τηλέφωνο στη Διόπτρα και τους είπα ότι ως τον Οκτώβριο θα έχω έτοιμο το πρώτο βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε τον Μάρτιο με τίτλο Άλλη θάλασσα εκεί.

Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου βρίσκεται ανάμεσα σε δύο γυναίκες που αντιπροσωπεύουν γι’ αυτόν τις διαφορετικές πλευρές της αγάπης, τις διαφορετικές πλευρές της ίδιας του της ύπαρξης. Μπορεί ο έρωτας να έχει τόσες διαφορετικές μορφές;

Με φουρτουνιάζει ο έρωτας, γράφει σ’ έναν στίχο του ο Μανώλης Ρασούλης, κι είναι έτσι ακριβώς. Ο έρωτας δεν είναι ταξικός, δεν κάνει φυλετικές διακρίσεις κι ούτε τον ενδιαφέρουν οι ηλικίες. Είναι ένας πλανευτής θεός, που χτυπά αδιάκριτα με τα βέλη του και προκαλεί έντονα συναισθήματα πάθους που δεν αφήνουν πολλά περιθώρια σκέψης. Εξουσιάζει τις καρδιές και φυλακίζει τη λογική. Η μόνη λύτρωση είναι η αποδοχή από το έτερον ήμισυ, που όμως δυστυχώς δεν είναι πάντα υπαρκτή. Έτσι έχουμε μονόπλευρους και ανεκπλήρωτους έρωτες, όπως στη διλογία, οι οποίοι αφήνουν πολλά αναπάντητα γιατί και μεγάλο πόνο.

Η αγάπη είναι εντελώς διαφορετική. Είναι ανώτερο συναίσθημα, με αντοχές και διάρκεια ζωής. Ο έρωτας διαρκώς την αντιπαλεύει. Το οξύμωρο που συμβαίνει πολλές φορές είναι να ερωτευόμαστε ξαφνικά κάποιον, ενώ αγαπάμε κάποιον άλλο. Αυτό είναι ένα από τα πλέον βασανιστικά παιχνίδια του έρωτα, που, ευτυχώς, δεν αντέχει στον χρόνο. Γιατί στο τέλος πάντα η αγάπη κερδίζει. Τυχεροί είναι όλοι αυτοί που ερωτεύονται και αγαπούν ταυτόχρονα τον ίδιο άνθρωπο.

Το βιβλίο σας διαδραματίζεται στη δεκαετία του ’50. Τι είναι αυτό που σας ελκύει σε εκείνη την εποχή;

Πιστεύω το διάστημα 1950-1980 είναι μία από τις πιο ενδιαφέρουσες περιόδους της σύγχρονης Ελλάδας. Να σας εξηγήσω γιατί: Από τις αρχές του 20ού αιώνα οι Έλληνες έχουν βιώσει Βαλκανικούς πολέμους, Μικρασιατική Καταστροφή, προσφυγιά, δύο μεγάλους παγκόσμιους πολέμους, Κατοχή και Εμφύλιο. Μπαίνει η δεκαετία του ’50, όπου όλοι, ελεύθεροι πλέον, έχουν ως παρακαταθήκη πολλές μνήμες και συσσωρευμένες εμπειρίες. Νιώθουν την ανάγκη να εκφραστούν, θέλουν να ξεχάσουν το παρελθόν, να περάσουν μηνύματα ζωής στις επόμενες γενιές. Έτσι από το 1950 ως το 1967 υπάρχει μεγάλη άνθηση στα γράμματα, στις τέχνες, στη μουσική, στο θέατρο, στο σινεμά. Παρά τη φτώχεια που κυριαρχεί, κυρίως στα λαϊκά στρώματα, και το κύμα μετανάστευσης που ακολουθεί, οι Έλληνες δημιουργούν, διασκεδάζουν, γελάνε, γεμίζουν θέατρα, σινεμά, ταβέρνες. Μεσολαβεί το οδυνηρό διάστημα της επταετίας, όπου αναστέλλονται τα πάντα, για να επανέλθουν αμέσως μετά ακόμα πιο ορμητικοί και πιο αποφασισμένοι να κερδίσουν τη θέση που αναλογεί παγκοσμίως στη χώρα μας.

Το μακρύ διάστημα των 30 χρόνων που περιγράφεται στη διλογία είναι πολύ σημαντικό για όλους μας, γιατί αναφέρεται στην αλλαγή της νοοτροπίας του Έλληνα, πράγμα που, προσωπικά, θεωρώ κορυφαίο στην εξελικτική πορεία της Ελλάδας.

Από πού αντλείτε έμπνευση για τα βιβλία σας; Είναι ιστορίες που γεννιούνται μέσα στο μυαλό σας, που έχετε δει ή ακούσει γύρω σας ή μπορεί ακόμα ακόμα και ένα εξωτερικό ερέθισμα, όπως ένα τραγούδι, να τις πυροδοτήσει;

Συνήθως από βιβλία που διαβάζω. Ίσως μία και μόνο πρόταση, που για τους περισσότερους πιθανόν να περνά τελείως απαρατήρητη, εμένα να μου δημιουργήσει την ιδέα για μια καινούρια ιστορία. Επίσης ο στίχος ενός τραγουδιού ή ακόμα κάποιο άγνωστο πρόσωπο που συναντώ στον δρόμο ή στο τραμ. Όλα όμως αυτά καλύπτουν μόνο ένα μέρος της μυθοπλασίας, π.χ. ένα γεγονός που θα περιγράψω, έναν χαρακτήρα ή μια συγκεκριμένη εποχή. Το βασικό είναι ότι έχω πιάσει την άκρη του νήματος, από κει και μετά είναι προσωπική μου υπόθεση να στήσω καταπώς θέλω το μυθιστόρημα.

Υπάρχει περίπτωση να δουλεύω ένα θέμα στο μυαλό μου για χρόνια και να μην αποτολμώ να το γράψω. Για να γίνει αυτό, πρέπει να είμαι απόλυτα σίγουρη για την πλοκή, την έκβαση και τα μηνύματα που θέλω να περάσω στον αναγνώστη. Στέκομαι ιδιαίτερα στους χαρακτήρες και στη μορφή που δίνω στους αντιήρωες, τους οποίους θεωρώ βασικό κορμό του μυθιστορήματος. Ένα μυθιστόρημα είναι λειψό, αν ο συγγραφέας περιστρέφεται αποκλειστικά και μόνο στους πρωταγωνιστές.

Ταλαντεύεστε ανάμεσα στα διάφορα είδη του πεζού και του έμμετρου λόγου με μεγάλη δεξιοτεχνία. Υπάρχει κάποιο μέσα από το οποίο νομίζετε ότι εκφράζεστε καλύτερα;

Δεν ταλαντεύομαι, επιχειρώ. Είμαι λάτρης τόσο του πεζού όσο και του ποιητικού λόγου και δεινή αναγνώστρια αμφοτέρων. Έχω πάρει βραβείο για το ποίημα μου «Άδειος κόσμος», που υπάρχει σε πολλές ποιητικές συλλογές, για ένα θεατρικό έργο με τίτλο «Το τέλος μιας κωμωδίας», για δύο διηγήματα κ.ά.

Εξακολουθώ έως και σήμερα να γράφω ποιήματα, στίχους, διάφορα κείμενα, διηγήματα και φυσικά μυθιστορήματα.

Θεωρώ το μυθιστόρημα σαν την πιο ολοκληρωμένη μορφή πεζού λόγου, επειδή εμπεριέχει όλα τα είδη του. Αφήγηση, περιγραφή, διάλογο, συναισθήματα και η έκτασή του μου επιτρέπει να εκφραστώ καλύτερα, πιο ολοκληρωμένα και να τοποθετηθώ επί πολλών θεμάτων που με ενδιαφέρουν.

Ακολουθήστε το ELLE στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα!

Σχετικά θέματα:

MHT